Η ιστορία του κρασιού

Η ιστορία του κρασιού ξεκινά χιλιάδες χρόνια πριν, και είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ιστορία της γεωργίας, κεραμοποιίας τον πολιτισμό και την ίδια την ανθρωπότητα.

Πρόσφατα αρχαιολογικά ευρήματα δείχνουν ότι η αρχαιότερη γνωστή μέχρι σήμερα συστηματική καλλιέργεια αμπέλου και παραγωγή κρασιού εγινε στον Καύκασο, γύρω στο 8.000 π.Χ., μεταξύ του σημερινού Ιράν την Αρμενία και την Γεωργία.

Το αρχαιότερο γνωστό οινοποιείο ανακαλυφθηκε από Αμερικανούς και Ιρλανδούς αρχαιολόγους στο συγκρότημα σπηλιών “Areni-1” στην περιοχή του Vayots Dzor στην Αρμενία, τον Ιανουάριο του 2007. Το οινοποιείο, χρονολογείται να είναι 6.100 ετων, περιέχει ένα πατητήρι, δεξαμενές ζύμωσης, βάζα, και κύπελλα. Οι αρχαιολόγοι βρήκαν, επίσης, σπόρους σταφυλιών από αμπέλια του είδους Vitis vinifera.

Υπάρχουν αμέτρητες ιστορικές αναφορές, σχετικά με την ιστορία του κρασιού.

Σύμφωνα με τη Βίβλο, μετά τον μεγάλο κατακλυσμό, η Κιβωτός του Νώε προσάραξε στην κορυφή του όρους Αραράτ. Όταν τα νερά υποχώρησαν, ο Νώε κατέβηκε την κοιλάδα με τους δύο γιούς του και φύτεψε το πρώτο αμπέλι.

Ετσι, συμφωνα πάντα με τη Βίβλο, ξεκίνησε και η καλλιέργεια αμπέλου του σύγχρονου κόσμου.

Η παλαιότερη όμως καταγεγραμμένη αναφορά, ως προς την ανακάλυψη του κρασιού, προέρχεται από το Ιράν, με τον βασιλιά Jamshid και το χαρέμι του. Ο βασιλιάς εξόρισε μια από τις γυναίκες του από το χαρέμι του, η οποία μετα από αυτή την απογοήτευση, θέλησε να αυτοκτονήσει. Στην αποθήκη του παλατιού, η κοπέλα ήπιε απο ένα βάζο με υπολείμματα χαλασμένων σταφυλιών που είχαν κριθεί μη πόσιμα. Η κοπέλα αποκοιμήθηκε, αλλα όταν ξύπνησε την επόμενη ημέρα είχε ανακαλύψει τα ευχάριστα αποτελέσματά του ‘χαλασμένου χυμού’. Πήρε την ανακάλυψη της στον βασιλιά, ο οποίος την ξαναδέχτηκε στο χαρέμι, και διέταξε ότι όλα τα σταφύλια που θα καλλιεργούνται στην Περσέπολη θα έπρεπε να προορίζονται για οινοποίηση. Η αλλοίωση βέβαια του σταφυλιού, ήταν στην πραγματικότητα το αποτέλεσμα της ζύμωσης!

Οι Φοίνικες ως γνωστοί θαλασσοπόροι και έμποροι, ήταν οι παραλήπτες των οίνων από τις τότε ανατολικές περιοχές, και μέσω του εκτεταμένου δίκτυου εμπορίου τους, έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στη διανομή και διάδοση του κρασιού, των σταφυλιών, και της τεχνολογίας οινοποίησης σε όλη τη Μεσόγειο. Ο Φοινικικός αμφορέας χρησιμοποιήθηκε εκτεταμένα για τη μεταφορά κρασιού και αποτέλεσε στην ανάπτυξη της βιομηχανίας κρασίου στην Αρχαία Ελλάδα και την Ρώμη.

Μέσω της Αρχαίας Ελλάδας το κρασί έγινε ευρέως γνωστό σε όλη τη λεκάνη της Μεσογείου, όπου Ελληνικοί αμφορείς έχουν βρεθεί σε όλη την περιοχή. Οι Έλληνες συνέβαλαν στην διάδοση και ανάπτυξη του κρασιού στην αρχαία Αίγυπτο, Ιταλία, Σικελία, Γαλλία, Ισπανία και όλο τον αρχαίο κόσμο.

Η οινολογική τεχνολογία, αναπτύχθηκε θεαματικά κατά τη διάρκεια της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Ένα σημαντικό βήμα, ήταν η ανακάλυψη των βαρελιών από τους Ρωμαίους τον 3ο αιώνα μ.Χ. σαν αποτέλεσμα των εμπορικών και στρατιωτικών συναλλαγών με τους Γαλάτες. Τα βαρέλια πια, πήραν την θέση των αμφορέων, και αργότερα τα γυάλινα μπουκάλια ήταν αυτά που συνέβαλλαν στην αναβάθμιση και τελειοποίηση της οινικής τεχνολογίας. Το κρασί πιά μπορούσε να αποθηκευτεί να σφραγιστεί με φελλό ακόμη και να παλαιωθεί, προστατεύοντας και βελτιώνοντας σημαντικά τα χαρακτηριστικά του.

Έτσι, η μεταφορά του κρασιού έγινε ευκολότερη συμβάλλοντας και στο να γινει αναπόσπαστο μέρος της Ρωμαϊκής διατροφής.

Σχεδόν όλες οι μεγάλες οινοπαραγωγικές περιοχές της Δυτικής Ευρώπης σήμερα καθιερώθηκαν κατά την Ρωμαϊκή εποχή Στη μεσαιωνική Ευρώπη, μετά την παρακμή της Ρώμης το Βυζάντιο και η Χριστιανική Εκκλησία έγιναν ένθερμοι υποστηρικτές του κρασιού. Η παραγωγή οίνου αυξήθηκε σταδιακά μαζι με την κατανάλωση από τον 15ο αιώνα και μετά.

Κατά τον Μεσαίωνα, το κρασί ήταν ένα κοινό ποτό όλων των τάξεων στο νότο, όπου υπήρχε και μεγάλη καλλιέργια αμπέλων. Στα βόρεια και ανατολικά, όπου τα σταφύλια ηταν σημαντικά λιγότερα, την θέση του οίνου πήρε η μπύρα. Το κρασί σταδιακά εισήχθη στις βόρειες περιοχές, αλλά ήταν ακριβό, και έτσι σπάνια καταναλώνονταν από τις κατώτερες τάξεις. Το κρασί εγινε απαραίτητο για τους εορτασμούς της Καθολικής εκκλησίας, και οι μοναχοί Βενεδικτίνων έγιναν σταδιακά οι μεγαλύτεροι παραγωγοί κρασιού στη Γαλλία και τη Γερμανία.

Στα τέλη του 19ου αιώνα, ήρθε η μεγάλη καταστροφή. Εμφανίστηκε η φυλλοξέρα, ενα έντομο που μεταφέρθηκε από την Αμερική πλήττοντας και καταστρέφοντας σχεδόν όλους τους αμπελώνες της Ευρώπης, μαζί με την παραγωγή κρασιού.Οι επιπτώσεις ήταν καταστροφικές, συμπεριλαμβανομένης και της απώλειας πολλών αυτόχθονων ποικιλιών. Η θετική πλευρά, αυτής της σοβαρής απώλειας, ηταν να οδήγησει στήν ενδυνάμωση των ανθεκτικότερων αμπελώνων της Ευρώπης και την ανάπτυξη των καλλιεργιών του επονομαζόμενου ‘Νέου Κόσμου’, δηλ. Καλιφόρνια, Αργεντινή, Χιλή, Αυστραλία και Νότια Αφρική.

Το μοναδικό μικροκλίμα της κοιλάδας Αραράτ, είναι ίσως ένα από τα σημαντικότερα στοιχεία που συμβάλλουν στην καλλιέργεια ιδιαίτερων γηγενών ποικιλιών. Η κοιλάδα παρέχει περισσότερους από 30 διαφορετικούς τύπους εδαφών, βρίσκεται σε υψόμετρο 700 μέτρων πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας και απολαμβάνει 300 ημέρες ηλιοφάνειας το χρόνο. Οι ποικιλίες που κυρίως ευδοκιμούν και δέν έχουν πληγεί απο την φυλλοξέρα είναι Αρενί, Βοσκεχάτ και Νερκενί.